37 ~ Ρόντρικ Μπήτον: Γιώργος Σεφέρης, Περιμένοντας τον άγγελο.
Ο Γεώργιος Β' επιστρέφει στην Ελλάδα την Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου του 1946. Την επόμενη Τετάρτη, αφού παραδώσει τα τελευταία έγγραφα της Αντιβασιλείας, ο Γιώργος αναχωρεί με πλοίο από τον Πειραιά. Έχει εξασφαλίσει δύο μήνες άδεια, την πρώτη μετά από εννέα χρόνια. Προορισμός του είναι και πάλι ο Πόρος• η Μαρώ τον περιμένει ήδη εκεί, στο σπίτι της αδελφής της. Το όνομα που είναι χαραγμένο πάνω από την είσοδο της μεγαλοπρεπούς έπαυλης 19ου αιώνα, χτισμένης ακριβώς δίπλα στο κύμα, δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό: «Γαλήνη».
(φωτ: Y.)
Παρ' όλο το ισχυρό αίσθημα νόστου που είχε νιώσει όταν ήρθε εδώ το καλοκαίρι, ο Πόρος δεν είναι για τον Γιώργο η αληθινή πατρίδα του. Η εβδομάδα που περνούν εκεί με την αδελφή της Μαρώς τον Αύγουστο είναι το πρώτο αναβάπτισμα μετά τον πόλεμο στην παραθαλάσσια αγροτική ζωή της Ελλάδας, αυτήν που είχε γνωρίσει όταν ήταν μικρό αγόρι. Το όνομα «Πόρος», ωστόσο, όπως εξηγεί σ' ένα γράμμα προς τον Ντάρελ λίγο μετά την άφιξη του εκεί τον Οκτώβριο, «σημαίνει δίοδος, δίοδος όμως προς τα πού; Αυτό είναι το ερώτημα που μου θέτω λοιπόν εδώ. Μετά την ουδετερότητα, μετά τον πόλεμο, μετά την "απελευθέρωση", εδώ, μου θέτω το ερώτημα αυτό». Στο ημερολόγιό του κατασκευάζει το λογοπαίγνιο: «Πόρος, πόρος, άπορος».
(φωτ: Y.)
Ακόμη κι αν στην προσωπική μυθολογία του Γιώργου ο Πόρος είναι μάλλον μέσο παρά σκοπός -ένα από τα στάδια ενός ταξιδιού-, παραμένει ωστόσο τόπος με έντονες αναμνήσεις. Εδώ είχε έρθει με τη Μαρώ από την Αίγινα το καλοκαίρι του 1936' εδώ μάλλον έγιναν για πρώτη φορά εραστές. Εδώ θα ξανάρθουν για την τελευταία τους κλεφτή στιγμή ξεκούρασης κατά τη διάρκεια του «πολέμου των νεύρων» το Πάσχα του 1940. Και ακόμη παλαιότερα, ο Γιώργος είχε περάσει από εδώ με τον Κατσίμπαλη, τον Μίλερ και τον Ντάρελ καθώς πήγαιναν να επισκεφθούν τον Γκίκα στην Ύδρα, τότε που ο Μίλερ όχι μόνον έμοιαζε με Θιβετιανό μοναχό, αλλά έκανε και διάλεξη επί του θέματος στους οικοδεσπότες του. Η μεγαλοποιημένη εκδοχή της διαδρομής μέσω του Πόρου από τον Μίλερ στον Κολοσσό του Μαρουσιού είναι ένα από τα κομμάτια του βιβλίου που ο Γιώργος θαυμάζει περισσότερο• το είχε μεταφράσει για τη Μαρώ και τους φίλους τους στην Αίγυπτο:
Roderick Beaton(φωτ: Y.)
Παρ' όλο το ισχυρό αίσθημα νόστου που είχε νιώσει όταν ήρθε εδώ το καλοκαίρι, ο Πόρος δεν είναι για τον Γιώργο η αληθινή πατρίδα του. Η εβδομάδα που περνούν εκεί με την αδελφή της Μαρώς τον Αύγουστο είναι το πρώτο αναβάπτισμα μετά τον πόλεμο στην παραθαλάσσια αγροτική ζωή της Ελλάδας, αυτήν που είχε γνωρίσει όταν ήταν μικρό αγόρι. Το όνομα «Πόρος», ωστόσο, όπως εξηγεί σ' ένα γράμμα προς τον Ντάρελ λίγο μετά την άφιξη του εκεί τον Οκτώβριο, «σημαίνει δίοδος, δίοδος όμως προς τα πού; Αυτό είναι το ερώτημα που μου θέτω λοιπόν εδώ. Μετά την ουδετερότητα, μετά τον πόλεμο, μετά την "απελευθέρωση", εδώ, μου θέτω το ερώτημα αυτό». Στο ημερολόγιό του κατασκευάζει το λογοπαίγνιο: «Πόρος, πόρος, άπορος».
(φωτ: Y.)
Ακόμη κι αν στην προσωπική μυθολογία του Γιώργου ο Πόρος είναι μάλλον μέσο παρά σκοπός -ένα από τα στάδια ενός ταξιδιού-, παραμένει ωστόσο τόπος με έντονες αναμνήσεις. Εδώ είχε έρθει με τη Μαρώ από την Αίγινα το καλοκαίρι του 1936' εδώ μάλλον έγιναν για πρώτη φορά εραστές. Εδώ θα ξανάρθουν για την τελευταία τους κλεφτή στιγμή ξεκούρασης κατά τη διάρκεια του «πολέμου των νεύρων» το Πάσχα του 1940. Και ακόμη παλαιότερα, ο Γιώργος είχε περάσει από εδώ με τον Κατσίμπαλη, τον Μίλερ και τον Ντάρελ καθώς πήγαιναν να επισκεφθούν τον Γκίκα στην Ύδρα, τότε που ο Μίλερ όχι μόνον έμοιαζε με Θιβετιανό μοναχό, αλλά έκανε και διάλεξη επί του θέματος στους οικοδεσπότες του. Η μεγαλοποιημένη εκδοχή της διαδρομής μέσω του Πόρου από τον Μίλερ στον Κολοσσό του Μαρουσιού είναι ένα από τα κομμάτια του βιβλίου που ο Γιώργος θαυμάζει περισσότερο• το είχε μεταφράσει για τη Μαρώ και τους φίλους τους στην Αίγυπτο:
Αφήστε τον κόσμο να έχει το λουτρό αίματος που θέλει - εγώ θα γατζωθώ στον Πόρο. [...] Η στιγμή εκείνη ήταν μια στιγμή που διαρκεί, που επιβιώνει τους παγκοσμίους πολέμους, που διαρκεί περισσότερο κι από τη ζωή του ίδιου του πλανήτη Γη. Αν ποτέ κατορθώσω να επιτύχω την πλήρωση για την οποία μιλούν οι Βουδιστές μοναχοί, [...] το λέω από τώρα, αφήστε με να μείνω πίσω, αφήστε με να αιωρούμαι σαν καλοσυνάτο πνεύμα πάνω από τις στέγες του Πόρου [...] Μπορώ να διακρίνω ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή μέσα από το λαιμό αυτού του μπουκαλιού, καθώς ψάχνω για είσοδο σ' αυτόν τον κόσμο του φωτός και της ομορφιάς.
Μετάφραση: Μίκα Προβατά
Ρόντρικ Μπήτον: Γιώργος Σεφέρης, Περιμένοντας τον άγγελο
Μετάφραση: Μίκα Προβατά
Θεώρηση μετάφρασης: Δημήτρης Δασκαλόπουλος
Εκδόσεις: Ωκεανίδα, 2003
(φωτ: Y.)