56 ~ Ιωάννης Μακρυγιάννης: Απομνημονεύματα
Ο Μπούρμπαχης με τους στρατιώτες του βήκε εις το Λουτράκι της Κόρθος. Μ᾿ έστειλε η Διοίκηση και πήγα και του μίλησα όλα αυτά. Και τότε κατάλαβε ο αθώος πατριώτης και πήγε εις τα Μέγαρα, οπού πήγαν και οι άλλοι. Πήγε εκεί κι ο Βάσιος Μαυροβουνιώτης. Σύναξα κι εγώ όλους τους Αθηναίους και Στερολλαδίτες, όσοι φέρναν όπλα και ήταν εις τα νησιά Κούλουρη, Αίγινα και Πόρο, σύναξα αυτούς και τους ίδιους νησιώτες, κατά την διαταγή της Κυβερνήσεως οπού ᾿χω, και πήγα κι εγώ εις Μέγαρα. Τότε κάνομεν ένα σκέδιον να βγούμεν συνχρόνως εις τα πόστα της Αθήνας αναντίον των Τούρκων ο Βάσιος, ο Παναγιώτης Νοταράς, ο Μπούρμπαχης και οι Ντερβενοχωρίτες να πάνε να πιάσουνε απoβραδύς την Χασιά, να ταμπουρωθούν - είναι η θέση γερή - να πάγη οχτρός εκεί να τον πολεμήσουν.
[....] Σηκώθηκα και πήγα εις τα Θερμιά, ότ᾿ ήμουν αστενής, κι από εκεί εις Τήνο. Είχα την φαμελιά μου εκεί έκατζα καμπόσο. Ήρθε ο κολονέλ Άιντεκ, αξιωματικός Μπαυαρός, και μου λέγει «Σου δίνω πολεμοφόδια και ζαϊρέδες δια δυο χιλιάδες ανθρώπους - να μου δίνης μόνον την υπογραφή σου' να μιλήσουμεν και με τον Κοκράν να σου δώση πλοία να πιάσης ένα μέρος της Αττικής, να είναι στρατέματα απάνου εις την Αττική, να ᾿χουν κατοχή οι Έλληνες. Του είπα' «Να πάγω ν᾿ ανταμώσω και τους Αθηναίους και σου μιλώ». Μπήκαμεν μαζί εις το καράβι και ήρθαμεν εις Πόρο. Εγώ πήγα εις Αίγινα κι εκεί συναχτήκαμεν εις τον Δεσπότη όλοι οι Αθηναίγοι. Τους είπα αυτό' τους ηύρα τους αγαθούς πατριώτες πρόθυμους και μου είπαν να πάγω εις τον Πόρο να μιλήσω με τον Άγιντεκ και Κοκράν να πάμεν. Πρόθυμοι ήταν όλοι οι καλοί κι αγαθοί πατριώτες. Πήγα τους αντάμωσα. Μου είπαν είναι έτοιμοι ο Άιντεκ δια τον ζαϊρέ και πολεμοφόδια -έστειλε κι᾿ ο Κοκράν δια τα πλοία. Όμως ήθελε να του δώσω ατομικώς εγγύησιν ότι δεν θα κάμω πειρατείες. Του υποσκέθηκα αυτό. Μου είπε σε ολίγες ημέρες είναι έτοιμα να μου τα δώση. Πήγα να ετοιμάσω τους ανθρώπους.
Βιβλίο Πρώτο (1797-1827) Κεφάλαιο δέκατο
(φωτ: Z.)
.... Είκοσι έξη μήνες έκαμα σ' αυτήνη την ᾿πηρεσίαν. Αν ιδήτε κατάχρησιν παραμικρή, ή ληστεία, ή αδικίαν εις τους πολίτες, τότε εσείς αναγνώστες να με λέτε άτιμον άνθρωπον. Κι απ᾿ όταν πάψαμεν ύστερα, τηράτε τι ληστείες έγιναν και τι αρπαγές και τι σκοτωμοί. Ο Κυβερνήτης μο᾿ ᾿δωσε τον βαθμό μου, χιλίαρχο, καθώς και οι άλλοι, και μ᾿ έβαλε και εις το στρατιωτικόν δικαστήριον. Δεν θέλησα να κρίνω κανέναν. Ο Κυβερνήτης καταφρόνεσε πολύ του Πετρόμπεγη το σπίτι. Ψωμί δεν είχαν να φάνε. Σήκωσε ντουφέκι η Σπάρτη, η Πελοπόννησο, η Ρούμελη και γύρευαν Συνέλεψη, να κυβερνιόνται με νόμους. Τότε άρχισε ντουφέκι και εις τον Πόρο. Έστειλε στρατέματα, ήταν και καράβια Ρούσικα με τον Ρικόρδον. Έκαψε ο Μιαούλης την φεργάδα και παπόρι κι άλλα. Υποπτευόταν η Αγγλία να μην γένωμεν κι εμείς θαλασσοδύναμη και με την ευκαρίστησιν του Εκλαμπρότατου Μαυροκορδάτου και συντροφιάς τα ᾿καψαν και τελειώσαμεν κι από αυτά. Και γυμνώθη κι ο Πόρος και σκοτώθηκαν τόσοι άνθρωποι. Ο Πετρόμπεγης είχε φύγει κρυφά πρωτύτερα από τ᾿ Ανάπλι. Στον δρόμο τον έπιασαν αυτόν, έπιασαν τ᾿ αδέρφια του τον Κατζή και τον Κωσταντήμπεγη, τον υγιό του τον Μπεζαντέ και τους χάψωσαν εις το Παλαμήδι όλους.
[....] Τα χρήματα δεν τα ᾿χαμεν, τις δυοχιλιάδες τα τάλαρα' ανταμώνομεν με τον Μιαούλη - ήταν πρωτύτερα αυτό από τα καράβια οπού κάηκαν' του λέγω του Μιαούλη να πάγη εις τη Νύδρα και ειπή του Μαυροκορδάτου, των Κουντουργιωταίων και του Ζαΐμη να του δώσουνε τις δυο χιλιάδες τα τάλαρα κι ύστερα τα ρίχνομεν εις την πατρίδα και πλερώνονται, ή μόνοι μας ο καθείς τα δίνομεν, καθώς εμείς πλερώνομεν και τους ανθρώπους. Του είπα να πάρη και καμπόσους Νυδραίγους να γνωρίζουν από κανόνια - και εις την Πρόνοια ανταμωνόμαστε. Πήγε ο Μιαούλης το λέγει αυτηνών. «Πες του Μακρυγιάννη, λένε του Μιαούλη, να τραβήξη χέρι από αυτό και θα γένη διαφορετικό το πράμα». Τότε διαλύσαμεν τους ανθρώπους' χάσαμεν και τα χρήματά μας. Του λέγω του Μιαούλη «Πώς θα γένη διαφορετικόν; Θα συβιβαστούν; Αυτό είναι, του λέγω, το καλύτερον, να σωθούμεν». Ύστερα άρχισε ο εφύλιος πόλεμος παντού και σκοτώνονταν οι άνθρωποι. Τότε άρχισε ο Πόρος και κάηκαν τα καράβια κι έγινε παντού άνου-κάτου.
Βιβλίο Δεύτερο (1828-1832) Κεφάλαιο δεύτερο
(φωτ: Y.)
(σημ.) α. Είχα δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο ατόφια — φαίνονταν οι φλέβες' τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρον, τα 'χαν πάρει κάτι στρατιώτες και εις τ' Άργoς θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων χίλια τάλαρα γύρευαν. Άντεσα κι εγώ εκεί, πέρναγα• πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα: «Αυτά και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτήτε να βγουν από την πατρίδα μας. Δι' αυτά πολεμήσαμεν. (Βγάζω και τους δίνω τρακόσια πενήντα ταλαρα)• κι όταν φιλιωθούμεν με τον Κυβερνήτη (ότι τρωγόμαστε), τα δίνω και σας δίνει ό,τι τού ζητήσετε δια να μείνουν εις την πατρίδα απάνου». Και τα 'χα κρυμμένα. Τότε με την αναφορά μου τα πρόσφερα του Βασιλέως να χρησιμέψουν διά την πατρίδα.
Βιβλίο Τρίτο (1833-1843) Κεφάλαιο πρώτο
(φωτ: Υ.)
Στην αρχή δεν τον ρεθίζετε εσείς οι μεγαλοκέφαλοι και ήτον με την πατρίδα. Τον αγαπούσε όλος ο λαός και δυο χρόνια κυβέρνησε καλά. Ύστερα περιλάβετε εσείς τον Κυβερνήτη - πόσοι τάφοι έγιναν εις Σπάρτη και Μεσσηνία, εις Πόρον κι αλλού και πού κατάντησε η κυβέρνησή του; Ύστερα πιάστη με τους Μαυρομιχαλαίγους. Σας έλεγαν άνθρωποι γνωστικοί να κλίνετε κι εσείς την θέλησή σας, καθώς συγκατάνευε κι ο Κυβερνήτης, ν᾿ αγαπηθή μ᾿ αυτούς' δεν στάθη τρόπος. Και χάθη κι αυτός και η πατρίδα διατιμήθη.
Επίλογος
Γιάννης Μακρυγιάννης
Μακρυγιάννη απομνημονεύματα (τόμοι 2)
Εκδόσεις: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ (Βίπερ), 1971.
[....] Σηκώθηκα και πήγα εις τα Θερμιά, ότ᾿ ήμουν αστενής, κι από εκεί εις Τήνο. Είχα την φαμελιά μου εκεί έκατζα καμπόσο. Ήρθε ο κολονέλ Άιντεκ, αξιωματικός Μπαυαρός, και μου λέγει «Σου δίνω πολεμοφόδια και ζαϊρέδες δια δυο χιλιάδες ανθρώπους - να μου δίνης μόνον την υπογραφή σου' να μιλήσουμεν και με τον Κοκράν να σου δώση πλοία να πιάσης ένα μέρος της Αττικής, να είναι στρατέματα απάνου εις την Αττική, να ᾿χουν κατοχή οι Έλληνες. Του είπα' «Να πάγω ν᾿ ανταμώσω και τους Αθηναίους και σου μιλώ». Μπήκαμεν μαζί εις το καράβι και ήρθαμεν εις Πόρο. Εγώ πήγα εις Αίγινα κι εκεί συναχτήκαμεν εις τον Δεσπότη όλοι οι Αθηναίγοι. Τους είπα αυτό' τους ηύρα τους αγαθούς πατριώτες πρόθυμους και μου είπαν να πάγω εις τον Πόρο να μιλήσω με τον Άγιντεκ και Κοκράν να πάμεν. Πρόθυμοι ήταν όλοι οι καλοί κι αγαθοί πατριώτες. Πήγα τους αντάμωσα. Μου είπαν είναι έτοιμοι ο Άιντεκ δια τον ζαϊρέ και πολεμοφόδια -έστειλε κι᾿ ο Κοκράν δια τα πλοία. Όμως ήθελε να του δώσω ατομικώς εγγύησιν ότι δεν θα κάμω πειρατείες. Του υποσκέθηκα αυτό. Μου είπε σε ολίγες ημέρες είναι έτοιμα να μου τα δώση. Πήγα να ετοιμάσω τους ανθρώπους.
Βιβλίο Πρώτο (1797-1827) Κεφάλαιο δέκατο
(φωτ: Z.)
.... Είκοσι έξη μήνες έκαμα σ' αυτήνη την ᾿πηρεσίαν. Αν ιδήτε κατάχρησιν παραμικρή, ή ληστεία, ή αδικίαν εις τους πολίτες, τότε εσείς αναγνώστες να με λέτε άτιμον άνθρωπον. Κι απ᾿ όταν πάψαμεν ύστερα, τηράτε τι ληστείες έγιναν και τι αρπαγές και τι σκοτωμοί. Ο Κυβερνήτης μο᾿ ᾿δωσε τον βαθμό μου, χιλίαρχο, καθώς και οι άλλοι, και μ᾿ έβαλε και εις το στρατιωτικόν δικαστήριον. Δεν θέλησα να κρίνω κανέναν. Ο Κυβερνήτης καταφρόνεσε πολύ του Πετρόμπεγη το σπίτι. Ψωμί δεν είχαν να φάνε. Σήκωσε ντουφέκι η Σπάρτη, η Πελοπόννησο, η Ρούμελη και γύρευαν Συνέλεψη, να κυβερνιόνται με νόμους. Τότε άρχισε ντουφέκι και εις τον Πόρο. Έστειλε στρατέματα, ήταν και καράβια Ρούσικα με τον Ρικόρδον. Έκαψε ο Μιαούλης την φεργάδα και παπόρι κι άλλα. Υποπτευόταν η Αγγλία να μην γένωμεν κι εμείς θαλασσοδύναμη και με την ευκαρίστησιν του Εκλαμπρότατου Μαυροκορδάτου και συντροφιάς τα ᾿καψαν και τελειώσαμεν κι από αυτά. Και γυμνώθη κι ο Πόρος και σκοτώθηκαν τόσοι άνθρωποι. Ο Πετρόμπεγης είχε φύγει κρυφά πρωτύτερα από τ᾿ Ανάπλι. Στον δρόμο τον έπιασαν αυτόν, έπιασαν τ᾿ αδέρφια του τον Κατζή και τον Κωσταντήμπεγη, τον υγιό του τον Μπεζαντέ και τους χάψωσαν εις το Παλαμήδι όλους.
[....] Τα χρήματα δεν τα ᾿χαμεν, τις δυοχιλιάδες τα τάλαρα' ανταμώνομεν με τον Μιαούλη - ήταν πρωτύτερα αυτό από τα καράβια οπού κάηκαν' του λέγω του Μιαούλη να πάγη εις τη Νύδρα και ειπή του Μαυροκορδάτου, των Κουντουργιωταίων και του Ζαΐμη να του δώσουνε τις δυο χιλιάδες τα τάλαρα κι ύστερα τα ρίχνομεν εις την πατρίδα και πλερώνονται, ή μόνοι μας ο καθείς τα δίνομεν, καθώς εμείς πλερώνομεν και τους ανθρώπους. Του είπα να πάρη και καμπόσους Νυδραίγους να γνωρίζουν από κανόνια - και εις την Πρόνοια ανταμωνόμαστε. Πήγε ο Μιαούλης το λέγει αυτηνών. «Πες του Μακρυγιάννη, λένε του Μιαούλη, να τραβήξη χέρι από αυτό και θα γένη διαφορετικό το πράμα». Τότε διαλύσαμεν τους ανθρώπους' χάσαμεν και τα χρήματά μας. Του λέγω του Μιαούλη «Πώς θα γένη διαφορετικόν; Θα συβιβαστούν; Αυτό είναι, του λέγω, το καλύτερον, να σωθούμεν». Ύστερα άρχισε ο εφύλιος πόλεμος παντού και σκοτώνονταν οι άνθρωποι. Τότε άρχισε ο Πόρος και κάηκαν τα καράβια κι έγινε παντού άνου-κάτου.
Βιβλίο Δεύτερο (1828-1832) Κεφάλαιο δεύτερο
(φωτ: Y.)
(σημ.) α. Είχα δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο ατόφια — φαίνονταν οι φλέβες' τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρον, τα 'χαν πάρει κάτι στρατιώτες και εις τ' Άργoς θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων χίλια τάλαρα γύρευαν. Άντεσα κι εγώ εκεί, πέρναγα• πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα: «Αυτά και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτήτε να βγουν από την πατρίδα μας. Δι' αυτά πολεμήσαμεν. (Βγάζω και τους δίνω τρακόσια πενήντα ταλαρα)• κι όταν φιλιωθούμεν με τον Κυβερνήτη (ότι τρωγόμαστε), τα δίνω και σας δίνει ό,τι τού ζητήσετε δια να μείνουν εις την πατρίδα απάνου». Και τα 'χα κρυμμένα. Τότε με την αναφορά μου τα πρόσφερα του Βασιλέως να χρησιμέψουν διά την πατρίδα.
Βιβλίο Τρίτο (1833-1843) Κεφάλαιο πρώτο
(φωτ: Υ.)
Στην αρχή δεν τον ρεθίζετε εσείς οι μεγαλοκέφαλοι και ήτον με την πατρίδα. Τον αγαπούσε όλος ο λαός και δυο χρόνια κυβέρνησε καλά. Ύστερα περιλάβετε εσείς τον Κυβερνήτη - πόσοι τάφοι έγιναν εις Σπάρτη και Μεσσηνία, εις Πόρον κι αλλού και πού κατάντησε η κυβέρνησή του; Ύστερα πιάστη με τους Μαυρομιχαλαίγους. Σας έλεγαν άνθρωποι γνωστικοί να κλίνετε κι εσείς την θέλησή σας, καθώς συγκατάνευε κι ο Κυβερνήτης, ν᾿ αγαπηθή μ᾿ αυτούς' δεν στάθη τρόπος. Και χάθη κι αυτός και η πατρίδα διατιμήθη.
Επίλογος
Γιάννης Μακρυγιάννης
Μακρυγιάννη απομνημονεύματα (τόμοι 2)
Εκδόσεις: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ (Βίπερ), 1971.
(φωτ: K.)
<< Αρχική σελίδα